Η Αμερικανική Ένωση Χοροθεραπευτών δίνει τον εξής ορισμό της χοροθεραπείας:
«Είναι η ψυχοθεραπευτική χρήση της κίνησης που διευκολύνει τη συναισθηματική, γνωστική και σωματική ολοκλήρωση του ατόμου»
Τρείς θεωρητικές εκτιμήσεις πάνω στις οποίες στηρίζεται η χοροθεραπεία:
-
Η γλώσσα του σώματος, η κινητική και αναπνευστική συμπεριφορά, αντανακλούν την ψυχολογική κατάσταση του ανθρώπου.
Όταν ένα άτομο κινείται, κάνει μιά ψυχοσωματική «δήλωση». Η κίνησή του, κάνει ορατή την προσωπικότητά του, αποκαλύπτοντας και ξεδιπλώνοντας στο χώρο έναν τρόπο που καθορίζεται από υποκειμενικά στοιχεία του τι αισθάνθηκε, τι βίωσε. Έτσι αυτή η κινητική συμπεριφορά αποτελεί μιά αλληγορία των ενδοψυχικών του δυναμικών. Οι παραμορφώσεις, εντάσεις και περιορισμοί της κίνησης, συχνά αντανακλούν αντίστοιχους περιορισμούς στην ολική προσωπικότητα ενός ατόμου.
-
H κίνηση αποτελεί μέσον επικοινωνίας.
80% της επικοινωνίας με τους άλλους οφείλεται σε παράγοντες μη λεκτικούς που έχουν να κάνουν με σωματικές διαδικασίες και με το ρυθμό.
Αυτό που τελικά «περνάει» είναι το πώς λέγονται τα μηνύματα, πώς εκφράζονται τα συναισθήματα, πώς εκφέρεται η σκέψη και το κατά πόσον ο λόγος είναι σε συμφωνία ή όχι με τη γλώσσα του σώματος.
Η συμμετοχή σε διάλογο απαιτεί τόσο γνώση των αντιδράσεων του δικού μας σώματος αλλά και του συνομιλητή μας, πράγμα που μειώνει την ασάφεια και την ανακρίβεια του λόγου. Η επικοινωνία μπορεί να υπάρξει όταν ο λόγος είναι «σωματοποιημένος»
-
Υπάρχει θεραπευτική αξία στην εμπειρία μέσω της τέχνης.
Μέσω της τέχνης και συγκεκριμένα του χορού και με τρόπους ευφάνταστους, ο συμμετέχων στην ομάδα χοροθεραπείας εξελίσσεται δημιουργικά, ζει και ανα-βιώνει τον εαυτό του μέσα απο διαδικασίες οι οποίες του δίνουν τη δυνατότητα να χαλαρώσει δυσκαμψίες, να απελευθερώσει άγχη και απωθημένα συναισθήματα και να συνειδητοποιήσει το σώμα του και τον εαυτό του. Να μετατοπιστεί απο την ορθολογική γνωστική αντίληψη σε επίπεδα γνώσης και έκφρασης μη-γραμμικά, που αντλούν από άλλες, προ-λεκτικές πηγές έμπνευσης.
Το σώμα είναι μια κρυφή βιβλιοθήκη πληροφοριών όπου κατεγράφησαν οι πλέον αρχαϊκές μας εμπειρίες από τη σύλληψh και την ενδομήτρια ζωή μας μέχρι σήμερα. Μην ξεχνάμε ότι θυμόμαστε τον εαυτό μας απο κάπoια ηλικία και μετά. Και πριν απο αυτό, δεν υπήρχαμε. Τουλάχιστον όχι συνειδητά. Όλες όμως οι ενδοψυχικές συγκρούσεις του μωρού σε σχέση με τη μητέρα του και το περιβάλλον κατεγράφησαν στο σώμα. Μέσω της χοροθεραπείας στρεφόμαστε σ΄αυτή τη βιβλιοθήκη και διαβάζουμε με το σώμα μας μια και τόσο η καταγραφή όσο και η ανάγνωση των μηνυμάτων αυτών είναι δυνατή μόνον μέσω του σώματος και του συναισθήματος.
Η χοροθεραπεία αντλεί τα θεωρητικά της εργαλεία από ποικίλους τομείς θεωρητικής εξάσκησης
- Η πρώτη περιοχή αφορά τα στοιχεία της μη-λεκτικής επικοινωνίας, όπως είναι η ανάλυση της κίνησης, η σχέση μεταξύ λόγου και χειρονομίας (νεύματος-κίνησης), η διαπολιτισμική επικοινωνία και έκφραση, και τέλος οι σχέσεις μητέρας-παιδιού.
- Η δεύτερη περιοχή αποτελείται από τις αποκαλούμενες θεραπείες σώματος, με τη φροντίδα τους για ευθυγράμμιση της στάσης του σώματος, την έκφραση της προσωπικότητας και τη μείωση του άγχους.
- Η τρίτη περιοχή επιρροής είναι ο τομέας της δημιουργικής εξέλιξης, που σημαίνει τη χρήση του χορού ως μιά μορφή τέχνης η οποία εμπερικλείει μη-γραμμικά επίπεδα γνώσης και έκφρασης.
- Η τέταρτη περιοχή-κλειδί, αφορά την εξελικτική κίνηση, και ειδικά το πώς αυτή αντανακλάται και επιδρά στη συνολικότητα της εξέλιξης σώματος-νού.
- Η πέμπτη περιοχή περιλαμβάνει έννοιες δανεισμένες από την ψυχοδυναμική και ψυχοθεραπευτική θεωρία. Ειδικότερα, έννοιες-κλειδιά εδώ είναι οι αντικειμενότροπες σχέσεις και η ψυχολογία του εαυτού, καθώς
επίσης και οι θεωρίες της μεταβίβασης και αντιμεταβίβασης.
Αλληλεπίδραση νου-σώματος 
Από τις πρώτες στιγμές το μωρό εκφράζεται μέσω της κίνησης. Μιλάει μέσω της κίνησης, μαθαίνει μέσω της κίνησης. Τόσο της δικής του όσο και μέσω των αλληλεπιδράσεων που αναπτύσσει μέ τους άλλους και ιδιαίτερα στα πρώτα στάδια με τη μητέρα. Αυτή είναι το παν. Το μωρό δεν γνωρίζει ότι αποτελεί ξεχωριστή ύπαρξη από τη μητέρα του. Συγχέει το σώμα του με το δικό της. Τρέφεται από τη μητέρα του, και υπάρχει μέσα από αυτήν. Ο τρόπος που η μητέρα το κρατάει , το θηλάζει, το κοιτάει, το νανουρίζει, είναι σημαντικές εμπειρίες για τις περαιτέρω κινητικές του και γνωστικές του ικανότητες. Και όσο το κάθε στάδιο εξέλιξης, όσον αφορά την κίνηση και την ανάπτυξή, συμβαίνει σε αρμονία με τις ανάγκες του, τόσο το μωρό θα αναπτύξει αργότερα σαν παιδάκι γνωστικές ικανότητες και ισορροπημένη προσωπικότητα.
Ο νους και η εικόνα σώματος είναι νοητική αντανάκλαση του σώματος και των εμπειριών του. Και αντίστροφα το σώμα μπορούμε να πούμε ότι είναι «σωματοποιημένος» νους. Οι τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος δεν εγγράφονται απλά στη ψυχική μας διάσταση. Ως δεσμοφύλακες, περιορίζουν τις δυνατότητες της έκφρασής μας ψυχικά και σωματικά, εξορίζοντάς μας από την ευφυΐα του σώματός μας.
Η κίνηση και η προσωπικότητα ενός ατόμου είναι άρρηκτα συνδεδεμένες, από τη βρεφική του ηλικία, και καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Η σύνδεση ανάμεσα στο τι σκεφτόμαστε πώς αισθανόμαστε και το πώς το επικοινωνούμε γίνεται σε μεγάλο βαθμό μέσα από το σώμα μας – τόσο το φυσικό μας σώμα όσο και την εικόνα του. Το σώμα μας απεικονίζεται μέσα στον ψυχισμό μας ως τρισδιάστατη αντανάκλαση, ως νοητική μορφοποίηση που περιλαμβάνει προσλαμβάνουσες προσωπικές, κοινωνικές και πολιτισμικές επιρροές. Μέσα από αυτήν το άτομο προσδιορίζεται στον κόσμο.
Το σώμα μας είναι η έκφραση και το όχημα της ψυχής μας. Είναι ο πρόγονος της σκέψης και της ψυχολογίας μας.Είναι το έδαφος από όπου ξεφύτρωσαν τα συναισθήματα μας, οι σκέψεις μας, το εγώ μας. Είναι φορέας βαθιάς μνήμης και γνώσης. Αποτελεί την αρχαιότερη πηγή βιωματικής γνώσης που διαθέτουμε. Από την ενδομήτρια ζωή, το σώμα μας ενσωματώνει όλες τις εμπειρίες του εμβρύου που κάποτε είμαστε, μέσα στα υπό ανάπτυξη όργανα, στις κλειδώσεις και στους μυς. Κατά τη διάρκεια της ζωής μας «μιλάει», με τρόπους συμβολικούς. Όμως επειδή δεν αναγνωρίζουμε τη γλώσσα του ζούμε αποξενωμένοι και μακριά του. Το να ζούμε χωρίς σώμα είναι πηγή πόνου, φόβου και μοναξιάς.
Με τη χοροθεραπεία, μαθαίνουμε την τέχνη της συνομιλίας μαζί του.
Δύσκαμπτο σώμα, θλιμμένη ψυχή
Το πώς αισθάνεται η ψυχή φαίνεται στον τρόπο που το σώμα ενδύεται τους μυς. Εάν αυτοί μοιάζουν με πανοπλία, σε ένα άλλο επίπεδο, η ψυχή φοράει και αυτή ένα αμυντικό σύστημα ισχυρής προστασίας από διάφορα συναισθήματα. Έτσι, χρόνιες μυϊκές εντάσεις σε ορισμένα σημεία του σώματος, εκφράζουν παράλληλα χρόνια καταπίεση ορισμένων συναισθημάτων.
Υπάρχει στενή σχέση ανάμεσα στη μυϊκή συμπεριφορά και την ψυχική στάση. Μάλιστα κάθε σωματική φράση εντάσεων και χαλαρώσεων, μπορεί να παρασύρει μία αντίστοιχη εσωτερική διαδικασία συνήχησης. Υπάρχει στενή σχέση ανάμεσα στη μυϊκή συμπεριφορά και την ψυχική στάση.
Κι όμως, η ιδέα της ενότητας νου-σώματος και της αμοιβαίας αλληλεπίδρασής τους, κάθε άλλο παρά αποδεκτή ήταν στο δυτικό πολιτισμό. Εκτός από ορισμένους μυστικιστές, όλοι οι άλλοι πίστευαν στη διχοτόμηση νου και σώματος.
O Σίγκμουντ Φρόϋντ πρώτος αμφισβήτησε την έννοια αυτή, καταθέτοντας οτι ο νους είναι μεταφορά του εαυτού που βιώνει, και ότι είναι σωματικός. Αργότερα ο Βίλχελμ Ράιχ υποστήριξε ότι η μυική ένταση αποτελεί συχνά μιά αντίσταση που εμποδίζει την έκφραση του συναισθήματος. Υποστήριξε οτι οι περιορισμένοι και αμετάβλητοι τρόποι κίνησης αντανακλούν μιά εξ ίσου «παγωμένη» συγκινησιακή κατάσταση. 
Εισήγαγε την έννοια της “θωράκισης”, αμυντικό μηχανισμό των νευρωτικών ατόμων που χρειάστηκε να καταστείλουν τις συναισθηματικές τους ανάγκες στην παιδική ηλικία όταν μεγαλώνουν σε νευρωτικό περιβάλλον. Το άτομο μαθαίνει να κρύβει τα συναισθήματα και να καταστέλλει τις έντονες συγκινήσεις που είναι ανίκανο να διαχειριστεί θωρακίζοντάς τα μέσα σε ένα κέλυφος - όπως ένας πολεμιστής θωρακίζει τα ευάλωτα ζωτικά όργανά του με την πανοπλία. Ο Ράϊχ διέκρινε δύο είδη: χαρακτηρολογική θωράκιση (Charakterpanzer) - ακαμψία του χαρακτήρα, έλλειψη συγκινησιακής επαφής -και μυϊκή θωράκιση - χρόνιοι μυϊκοί σπασμοί και εντάσεις που προξενεί η προσπάθεια καταστολής των συγκινήσεων.
Οι άμυνες έχουν τη ρίζα τους στο σώμα, εκφράζονται ως χρόνια μυική ένταση, που οδηγεί σε ακαμψία, και έτσι η ένταση σε συγκεκριμένα σημεία του σώματος (διαφορετικά σε κάθε είδος περίπτωσης) έχει ως αιτία την επίλυση των συγκρούσεων μέσα από την απώθηση των βασικών συναισθημάτων.
Ο ίδιος επίσης υπογράμμισε την ιδιαίτερη σημασία που αποκτά η καλλιέργεια και ανάπτυξη της εκφραστικής συμπεριφοράς ως αποτέλεσμα της μυικής χαλάρωσης και απελευθέρωσης, στη γενικότερη εξελικτική πορεία του θεραπευόμενου.
Πόσο σημαντικό είναι να είσαι ο εαυτός σου! Σωματικά, ψυχικά, νοητικά, να είσαι συνειδητός και η μια σου πλευρά να μην διαψεύδει την άλλη. Τι δυστυχία και άγνοια να νομίζεις άλλα για σένα και άλλα να λες, άλλα να αισθάνεσαι και το σώμα σου να πονάει από διχασμό.
Όταν η σχέση ανάμεσα στο ποιός είμαι και αισθάνομαι στον πυρήνα μου και το πως φαίνομαι εξωτερικά και συνδιαλλάσσομαι μέσα από τη «μάσκα» της προσωπικότητας διαταράσσονται, τότε δημιουργείται ένα χάσμα. Μέσα σ’ αυτό το χάσμα καλλιεργούνται σωματικές και ψυχονοητικές ασθένειες.
Για τη διατήρηση αυτού του χάσματος, «κτίζεται» μια ψυχοσωματική θωράκιση, η οποία από τη μία προστατεύει τον πυρήνα από εξωτερικές επιρροές, από την άλλη όμως το τίμημα είναι το «πάγωμα» της έκφρασης τόσο των συναισθημάτων όσο και της εκφραστικότητας στην κίνηση και την επικοινωνία. Οι εντάσεις και η δυσφορία συσσωρεύονται. Η ζωή μοιάζει να γλιστράει και να χάνεται και εμείς αισθανόμαστε
φυλακισμένοι μέσα στον κτισμένο εαυτό μας, βιώνοντας μια βαθιά αγωνία έλλειψης, στέρησης και φόβου για τη ζωή που δεν μπορούμε να χαρούμε και να ζήσουμε.
Η ψυχική ισορροπία και η συνέπεια χαρακτήρα, είναι αποτέλεσμα εσωτερικής γνώσης και συνειδητοποιήσεων. Ποιος από όλα είμαι, τι καλούμαι να πράξω, πώς τιμώ την ενέργεια που μου έχει δοθεί, πώς προσέχω το σώμα μου, πόσο ταυτίζομαι με τα πάθη μου, πόσο φροντίζω τις πνευματικές μου ανάγκες, πώς δεν ξοδεύομαι.
Πώς δρά η χοροθεραπεία
Η χοροθεραπεία αντιμετωπίζει τα προβλήματα του ατόμου στον τομέα της εκφραστικής συμπεριφοράς. Με τον όρο αυτό προσδιορίζονται οι τρόποι με τους οποίους ο θεραπευόμενος επικοινωνεί. Αυτό που κάνει η δεν κάνει, καθώς επίσης και τις σχεδιασμένες ή μή-σχεδιασμένες επιδράσεις του πάνω στο περιβάλλον.
H ψυχή μας μιλάει όταν είμαστε αυθεντικοί και εκφραστικοί, όταν το σώμα μας είναι ζωντανό και καθαρό, πέρα από τον έλεγχο της σκέψης.
Έχει διαπιστωθεί εδώ και πολύ καιρό οτι η ανθρώπινη εκφραστική συμπεριφορά παίρνει πολλές μορφές, πέρα από τη λεκτική. Έτσι, η μη-λεκτική συμπεριφορά μπορεί να είναι επικοινωνία πολύ άμεσης μορφής. Είναι περισσότερο έκφραση συναισθήματος παρά σκέψης, σε συμφωνία με το λόγο ή και όχι. Η συμμετοχή σε διάλογο απαιτεί μιά συνειδητότητα των αντιδράσεων του δικού μας σώματος αλλά και του συνομιλητή μας, πράγμα που μειώνει την ασάφεια και την αβεβαιότητα.
Η οργάνωση και ενίσχυση της εκφραστικής κίνησης ως κίνησης «ανοίγματος», φαίνεται να είναι πιό βασική στη χοροθεραπεία απ’ό,τι η ιδέα της «κάθαρσης», που απλά τη χρησιμοποιεί για να βγάλει συναίσθημα.
Η αλλαγή επέρχεται άμεσα στον τομέα της εκφραστικής κίνησης. Ο συμμετέχων υποκινείται να «βγάλει προς τα έξω» μεγαλύτερη κινητική συμπεριφορά και να συνειδητοποιήσει ότι έχει περισσότερες δυνατότητες και επιλογές για αντίδραση, συναναστροφή και δημιουργία.
Το πρώτο βήμα για την αλλαγή της περιοριστικής συμπεριφοράς είναι το να συνειδητοποιήσει κάποιος ότι έχει περισσότερες δυνατότητες και επιλογές για αντίδραση, συναναστροφή και δημουργία.
Η εκφραστική κίνηση επιτρέπει ερμηνεία, καθώς δίνει μηνύματα από το ασυνείδητο, καθιστώντας συγχρόνως το ασυνείδητο συνειδητό.
Ο χορός, ως αγωγός, φέρει στο φως κρυμμένο ψυχικό υλικό. Μέσα από τις συμβολικές και εκφραστικές κινήσεις που ξεδιπλώνει η χοροθεραπεία, οι λανθάνουσες ψυχικές τάσεις μορφοποιούνται και «ζωντανεύουν». Νέα κιναισθητικά ερεθίσματα ρέουν μέσα στη σφαίρα κίνησης, προσφέροντας έτσι τη δυνατότητα συνειδητοποίησης και απελευθέρωσης από κλισέ, ψυχικά και κινητικά, που δεσμεύουν το σώμα και περιορίζουν τη δημιουργικότητα και την ελευθερία επιλογών στη ζωή. Η επαφή με την εκφραστικότητά μας οδηγεί σε νέες ανακαλύψεις.
Μέσω του χορού και της εκφραστικής κίνησης θα προσεγγίσουμε σώμα, νου και ψυχή, θα σκεφθούμε και θα εκφράσουμε την πολυφωνία που φέρουμε μέσα μας, και θα δημιουργήσουμε ψυχικό πνευματικό χώρο που αποδέχεται, θεραπεύει, λυτρώνει.
Η χοροθεραπεία προσφέρει ένα δρόμο που οδηγεί στην απελευθέρωση των περιοριστικών ή μη-ευθυγραμμισμένων, μη-εναρμονισμένων συνηθειών, όπως αυτές εκδηλώνονται στη στάση του σώματος, στα καθημερινά «πεζά» πρότυπα κινήσεων και στις εκφραστικές χειρονομίες, καθιστώντας το ασυνείδητο, συνειδητό. Επιτρέπει στο συμμετέχοντα να κατανοήσει τις αυθεντικές ποιότητες του βαθύτερου πυρήνα της ύπαρξής του και να εναρμονιστεί με το εσωτερικό αισθητό επίπεδο, ανακαλύπτοντας την τρισδιάστατη εμπειρία σώματος, νου και πνεύματος.
Απελευθερώνοντας τους ψυχοσωματικούς περιορισμούς, καλλιεργεί καινούργιες δυνατότητες ύπαρξης, εξέλιξης, επικοινωνίας και μάθησης, οι οποίες γεμίζουν τους συμμετέχοντες με ζωντάνια, δημιουργικότητα, χαρά και αισιοδοξία. Καταπολεμάται το άγχος, η μελαγχολία, η έλλειψη διάθεσης, η δυσκαμψία, αναπτύσσεται η εκφραστικότητα και η ικανότητα επικοινωνίας, .

Αρχαίες ρίζες της χοροθεραπείας στην αρχαία Ελλάδα και την Ινδία
Τόσο για τους αρχαίους Έλληνες όσο και για τους Ινδούς, η τέχνη κατέχει μεγάλες θεραπευτικές ικανότητες εξαγνισμού τόσο για τον καλλιτέχνη όσο και για το κοινό. Θεωρείται πνευματικό μονοπάτι, «σάντανα», αυτογνωσίας και συνειδητοποίησης που οδηγεί στο Αιώνιο, Ακίνητο, Άμορφο και όμως Κινούμενο Θείο.
Η θρησκεία υπό τη μορφή της καλλιτεχνικής τελετουργίας ακολουθούσε συγκεκριμένους αισθητικούς κανόνες και αποτελούσε κατά ένα μεγάλο μέρος τμήμα του αρχαίου ινδικού και ελληνικού θεάτρου.
Το θέατρο αντιπροσώπευε μία μορφή θυσίας, "οπτικής" - όπως την ονόμασε ο Καλιντάσα, ο διάσημος Ινδός ποιητής και δραματουργός - με σκοπό να ευχαριστήσει και να κατευνάσει τους θεούς. Συνεπώς, η τέχνη έγινε σημαντική μόνον όταν έλαβε μορφή θυσίας (Yhajha). Ο χορός, ως σημαντικό τμήμα αυτής της καλλιτεχνικής λατρείας, θεωρήθηκε ιερός.
Στην αρχαία Ελλάδα όλες οι θυσίες τελούντο με τη συνοδεία μουσικής και χορού, ενώ κάθε θεότητα είχε δικό της τελετουργικό και συγκεκριμένιες χορευτικές φιγούρες. Η ορχηστική ήταν απαραίτητη στους εορτασμούς των αρχαιοελληνικών μυστηρίων και δεν μπορούσε να υπάρξει μύηση χωρίς την ύπαρξη χορού. Οι διονυσιακοί χοροί, που ξεκίνησαν από το μανιώδη μυστικό χορό των Μαινάδων για να καταλήξουν σε τελετουργική εθιμοτυπία, χορεύοντο προς τιμή του Διονύσου. Τα βήματα του "κεφάτου" τιμούσαν το ναό της Αφροδίτης, οι "παρθενίες" την Ήρα, οι "καρύες" την Άρτεμη και οι "Γαλλές" τον Άδωνη.
Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι οι πρόγονοί μας συνειδητά χρησιμοποιούσαν το σώμα ως μέσο ολοκλήρωσης, σταθεροποίησης και επεξεργασίας κάθε διδασκαλίας ή εισερχόμενης πληροφορίας, ότι θεωρούσαν τη χορευτική τελετή ως διαδικασία αποκάλυψης, εμβάθυνσης και σύνδεσης του ανθρώπου με τον πυρήνα της ύπαρξης.
Πιστεύω ότι η τελετή ως διαδικασία αντανακλά και δομεί την εσωτερική διαδικασία ενοποίησης με τη βαθύτερη ουσία μας, επιτρέποντας μια μετατόπιση του νου και της ψυχής, μια διαδικασία ενοποίησης με τη βαθύτερη ουσία μας, επιτρέποντας μια μετατόπιση του νου και της ψυχής, μια διεύρυνση της συνειδητότητας. Έτσι η καλλιτεχνική τελετή δημιουργεί το μονοπάτι, γίνεται το πέρασμα, ανοίγει τον εσωτερικό χώρο που απαιτείται για τις εξεευνήσεις στη σφαίρα του αγνώστου.
Η έννοια της θυσίας αναφέρεται στο ψυχικό δόσιμο που ζητείται από τον μετέχοντα στη χορευτική διδασκαλία, όπου παλαιά πρότυπα σκέψης και συμπεριφοράς που αποδείχθηκαν ανεπαρκή ή βλαβερά "θυσιάζονται" προς χάριν νέων. Τα υπό διαμόρφωση νέα πρότυπα θα είναι περισσότερο κατάλληλα και λειτουργικώς αποτελεσματικά και θα ανταποκρίνονται στις νέες πνευματικές και κινητικές αλλαγές, όπως αυτές εξελίχθηκαν και πήραν μορφή κατά τη διάρκεια της χορευτικής διαδικασίας.
Ο θεραπευτικός σκοπός της τελετής, καθώς επίσης και η διαμόφωση των διαφόρων φάσεών της, καθορίζονται και αναπαρίστανται από την προεδρεύουσα θεότητα που χορεύει, της οποίας η στάση περιέχει και συμπυκνώνει μέσα στην ακινησία όλη την ενέργεια και το ξεδίπλωμα της χορευτικής τελετής.
|
|