Λήδα Shantala




ΣΜΑΡΩ ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ
Λεπτομερές βιογραφικό

   

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑΗ Σμάρω Στεφανίδου νέα

(παρακάτω και βίντεο)

Η Σμάρω Στεφανίδου αποτελεί ξεχωριστό σημείο αναφοράς στη διαδρομή του ελληνικού θεάτρου.
Γεννήθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 1913. Μικρασιάτισσα από γονείς και παππούδες, οι παππούδες και οι γιαγιάδες της κατάγονταν από την Καππαδοκία και την Καισαρεία, κι η ίδια αισθανόταν πάντα τις ρίζες της βαθιά στα χώματα της Ανατολής. Ο πατέρας της είχε εργοστάσιο αλεύρων και έκανε πέντε παιδιά - η Σμαράγδα ήταν η μικρότερη.

Με την καταστροφή της Σμύρνης η οικογένεια κατάφερε να έρθει στην Αθήνα. Πολλές λεπτομέρειες για το πώς έφθασαν εκεί δεν είναι γνωστές, γιατί η Σμάρω δεν μιλούσε ποτέ γι'αυτό το θέμα.
Πρώτα εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Βοτανικού, αργότερα μεταφέρθηκαν στο Κάτω Χαλάνδρι.

Από μικρή η Σμαράγδα έπαιζε θέατρο κι έδινε παραστάσεις στα παιδιά στο υπόγειο του σπιτιού της. Έμαθε ξένες γλώσσες και πιάνο, και φοίτησε στις Καλόγριες.
Αργότερα μπήκε στην Εμπορική σχολή, απ'όπου πήρε το πτυχίο της. Εκεί συμμετείχε στη θεατρική ομάδα της σχολής στο έργο «Ίκαρος». Την επόμενη μέρα της παράστασης, οι εφημερίδες έγραψαν πως «η δεσποινίς Στεφανίδου υπήρξε η ψυχή του έργου» κι ένας καθηγητής της της είπε: «Εσύ, Σμάρω, πρέπει να παίξεις στο θέατρο επαγγελματικά».

Η οικογένειά της αντέδρασε πολύ αρνητικά στην απόφασή της να γίνει ηθοποιός κι έτσι έδωσε κρυφά εξετάσεις στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Δουλεύοντας τα πρωινά ως δακτυλογράφος μπόρεσε να πληρώσει τις θεατρικές της σπουδές και τα απογεύματα παρακολουθούσε μαθήματα στη σχολή, χωρίς να το γνωρίζει κανείς. Είχε όμως την τόλμη να καλέσει τους γονείς της στις εξετάσεις του Ιουνίου για να την παρακολουθήσουν, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα σε όλους το μυστικό της.

Μόλις τελείωσε τη σχολή, την προσέλαβε η Μαρίκα Κοτοπούλη, να παίξει μαζί της στο έργο του Παύλου Μελά «Ο Ρουμπής κουμπής και τα κουμπιά» (1936). Υποδυόταν μιά Σμυρνιά φραγκολεβαντίνα, ρόλο που εξωτερικά δεν της ταίριαζε, γιατί είχε ένα πολύ αθώο παρουσιαστικό.
Στο θίασο Κοτοπούλη είχε και την πρώτη της εμπειρία στο χώρο της αρχαίας τραγωδίας, ως πρώτη κορυφαία στην 'Ηλέκτρα', ρόλο που της έδωσε για τη δυνατή και καθαρή φωνή της.
Η Κοτοπούλη την κράτησε κοντά της αρκετά χρόνια, αναθέτοντάς της αμέσως μεγάλους ρόλους, και μάλιστα της εμπιστεύτηκε να την αντικαταστήσει δύο φορές, όταν εκείνη είχε αρρωστήσει και δεν μπορούσε να παίξει.


Σμάρω νέα Σμάρω με μπουκέτο Σμάρω με καπέλλο

Μιά από τις πιο ευτυχισμένες προσωπικές στιγμές της Σμάρως Στεφανίδου ήταν ο γάμος της, το 1936, με τον καταξιωμένο τραγουδιστή Βάσο Σεϊτανίδη (1913-1965) με τον οποίο απέκτησε μιά κόρη, τη Λήδα-Ειρήνη.

Βάσος και Σμάρω αρραβωνιασμένοι, το 1936Με το Βάσο Σεϊτανίδη

«Παντρευτήκαμε από τρελλό έρωτα», λέει η ίδια. Το ζευγάρι συνεργάστηκε πολλές φορές και επαγγελματικά, σε βραδιές μουσικής και ποίησης, στην Αθήνα και σε περιοδείες.

Ο γάμος με το Βάσο Σεϊτανίδη Με το Βάσο Σεϊτανίδη το '49-50 σε περιοδεία Με το Βάσο Σεϊτανίδη

Λόγω του παρουσιαστικού της, της έδιναν πάντα ρόλους μεγαλύτερους της ηλικίας της, και καθιερώθηκε πολύ νωρίς ως καρατερίστα. Ίσως αυτό της στέρησε τη μεγάλη ευκαιρία να γίνει πρωταγωνίστρια και θιασάρχις.
Συγκινητικό είναι ένα γράμμα που της έστειλε ο σύζυγός της Βάσος Σεϊτανίδης το 1938, όσο εκείνη ήταν στην Πάτρα, σε περιοδεία με το θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, η οποία της ζήτησε ακόμη μια φορά να την αντικαταστήσει.

Γράμμα στην Πάτρα, 1938, σελίδα 1 Γράμμα στην Πάτρα, 1938, σελίδα 2

Το γράμμα λέει:

"Γλυκειά μου γυναικούλα. Πήρα το γράμμα του Σαββάτου και απ' τη μια μεριά λυπήθηκα που θα κουράστηκες με την αδιαθεσία της κ. Μαρίκας αλλά η χαρά μου απ' την άλλη που επαληθευονται οι ελπίδες μου είναι τόση που χάθηκε η λύπη μου. Μαννί μου, μη χάνεις το θάρρος σου. Παίξε ό,τι σου δώσουν της κ. Μαρίκας αρχίζουν σιγά σιγά να νοιώθουν ότι τους είσαι η μόνη αντικαταστάτρια της κ. Μαρίκας. Για σκέψου μαννάκι μου αυτό το πράγμα, μου φαίνεται πως καμμιά άλλη από στάρ όχι μου φαίνεται αλλά αυτό είναι, καμμιά άλλη απ'όλο το ελληνικό θέατρο, ελεύθερο δεν έχει τη δύναμη να ντουμπλάρει την κ. Μαρίκα. Και μέσα από όλο το Βασιλικό [θέατρο], η μόνη ίσως να είναι η Παπαδάκη. Λοιπόν μαννί μου, πάρε κουράγιο γιατί γεννήθηκες να γίνης μεγάλη ηθοποιός και θα δης πως μια μέρα αν θέλει ο Θεός θα είσαι η πραγματική πρωταγωνίστρια που θα συνεχίση τη δουλειά της Μαρίκας στο ελληνικό θέατρο. Όσο και νά 'ναι αχάριστoi για τη δουλειά που τους προσφέρεις τώρα, θα δής πως μια μέρα θα τους επιβληθής που και αυτoi δεν θα το καταλάβουν και θα έλθη στιγμή που σε σένα θα ελπίζουν για τη συνέχιση της εργασίας των. Δεν πειράζει λοιπόν, κουράσου λίγο παραπάνω γιατί καμμιά άλλη μέσα από το θίασο δεν έχει τις δυνάμεις να παίξει τους ρόλους της Μαρίκας."

Πολλοί τότε συμμερίζονταν αυτές τις ιδέες. Δυστυχώς, εκείνη την εποχή - αλλά και αργότερα - οι θίασοι ήταν προσωπικοεντρικοί. Είχαν μια θιασαρχίνα (είτε λεγόταν Κοτοπούλη, είτε Κυβέλη, είτε Κατερίνα...) η οποία διάλεγε τα έργα που της ταίριαζαν και φυσικά έπαιζε εκείνη τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ή σε άλλες περιπτώσεις ήταν ζευγάρι θιασαρχών (όπως αργότερα Λαμπέτη-Χορν, Φέρτης-Καλογεροπούλου, Μυράτ-Ζουμπουλάκη, Βουγιουκλάκη-Παπαμιχαήλ, Καρέζη-Καζάκος, Ληναίος-Φωτίου κ.οκ.) ΚριτικήΣ'αυτές τις συνθήκες, δεν ήταν απλό να της δοθεί ποτέ πρωταγωνιστικός ρόλος. Εξ άλλου, κριτικοί και κοινό πολύ γρήγορα την κατέταξαν στις "καρατερίστες", κι έτσι - παρ'όλο που η μετέπειτα σταδιοδρομία της ήταν πλούσια και ένδοξη - οι προσδοκίες αυτές δεν επαληθεύτηκαν ποτέ.
Ενδεικτικά παραθέτουμε απόκομμα από την κριτική του Μ.Κ. 12-03-1938 στην εφημερίδα Νεοελληνικά Γράμματα για την παράσταση του έργου του Άλφρεντ Τζαρύ "Έκτο πάτωμα"' (1938) από το θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη. Ίδια περίπου εποχή με το γράμμα που αναφέραμε πριν. Να θυμήσουμε πως εκείνη τη χρονιά η Σμάρω ήταν μόλις 25 ετών.

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, η Σμάρω Στεφανίδου υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Θεάτρου Τέχνης του Καρόλου Κουν («Σουάνεβιτ»,«Αγριόπαπια» κ.ά.) Όταν εκείνο έκεισε, δούλεψε στο θίασο Κατερίνας («Πολεμικές Καντρίλλιες», «Μις Μπα»,«Θύελλα»....) και, αμέσως μετά τον πόλεμο, στο θίασο Ενωμένων Καλλιτεχνών («Ιούλιος Καίσαρ»,«Φον Δημητράκης»...) Όμως κι αυτό το σχήμα διαλύθηκε σύντομα έτσι πήγε στο θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, όπου γνώρισε το Βασιλη Λογοθετίδη.
Παράλληλα είχε κάνει το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο με την ταινία «Τα τέσσερα σκαλοπάτια» (κάτω αριστερά) και «Ο πύργος των ιπποτών» .

Το 1952, όταν ο Βασίλης Λογοθετίδης δημιούργησε δικό του θίασο, την πήρε μαζί του και για οκτώ συνεχή χρόνια, μέχρι το θάνατό του, ήταν κύρια παρτεναίρ του στις παραστάσεις. «Καινούργια ζωή», «Το μελτεμάκι», «Μιάς πεντάρας νιάτα»... Μαζί του έπαιξε και σε ταινίες, με αποκορύφωμα το έργο του Αλέκου Σακελλάριου «Δεσποινίς ετών 39» (κάτω δεξιά). Εκείνη την περίοδο έγινε από Σμαράγδα και Μάγδα... Σμάρω.

"Τα τέσσερα σκαλοπάτια" του 1951 Με το Βασίλη Λογοθετίδη Δεσποινίς ετών 39 (1954)

Η ζωή της όμως σημαδεύτηκε από δυό μεγάλες απώλειες: το θάνατο του άντρα της από καρκίνο το 1965 και την εξαφάνιση της αδελφής της, το 1970, μετά το θάνατο της μητέρας τους.
Μόνη με ένα παιδί να μεγαλώσει, εργάστηκε σκληρά χωρίς να είναι ποτέ μόνιμη σε ένα σχήμα. Συνεργάστηκε με όλους σχεδόν τους αθηναϊκούς θιάσους κάθε είδους. Μιά από τις σημαντικές συνεργασίες της στις αρχές της δεκαετίας του '60 υπήρξε με το Δημήτρη Χορν, με τον οποίο είχε μιά μεγάλη επαγγελματική ταύτιση και τους έδενε ώς το τέλος μιά βαθιά φιλία («Αλοίμονο στους νέους» κ.ά.).
Συνεργάστηκε επίσης με το Λάμπρο Κωσταντάρα, το Γιάννη Φέρτη («Οι πεταλούδες είναι ελεύθερες»), την Ξένια Καλογεροπούλου, τη Μελίνα Μερκούρη, την Αλίκη Βουγιουκλάκη ("Τζούλια", "Η κυρία με τις καμέλιες"), το Στέφανο Ληναίο, το Γιάννη Γκιωνάκη, το Νϊκο Κούρκουλο («Πρόσκληση στον πύργο»),τον Αντώνη Αντύπα και πολλούς άλλους, παίζοντας όλη τη γκάμα του παγκόσμιου ρεπερτορίου, από ποιοτική επιθεώρηση μέχρι τραγωδία.
Ενδεικτικά αναφέρουμε τη συμμετοχή της στην περίφημη επιθεώρηση των Μποστ-Μίκη Θεοδωράκη «Όμορφη πόλη » το 1962, όπου ερμήνευσε με ιδιαίτερη επιτυχία το ρόλο της Ελλάδας, καθώς και τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στα έργα «Τζιν γκέημ», «Η μικρή μας πόλη», και «Ζορμπάς» (στο ρόλο της Μαντάμ Ορτάνς, για τον οποίο πήρε θαυμάσιες κριτικές).

Σταθμός της σταδιοδρομίας της ήταν, το 1977, ο ρόλος της Εκάβης στο έργο «Τρωάδες» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Γιάννη Τσαρούχη. Στην "Ακαδημία Τσαρούχη", όπως τη λέει η ίδια, έμαθε πολλά και σοφά πράγματα.
Όταν ρώτησε τον Τσαρούχη γιατί διάλεξε εκείνη για να ερμηνεύσει την ξεπεσμένη βασίλισσα της Τροίας, εκείνος της απάντησε: «Στα μάτια σου διακρίνω όλη την προσφυγιά του κόσμου, κι επειδή είμαι ζωγράφος, μη μου το αμφισβητήσεις».
Μετά από την τεράστια επιτυχία της παράστασης στο Θέατρο της οδού Καπλανών, οι «Τρωάδες» ξαναπαρουσιάστηκαν στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά καθώς και στους Δελφούς, όπου τα εισιτήρια πουλιόνταν στη μαύρη αγορά, κάτι που συνέβη για πρώτη φορά για θεατρικό έργο.

Εκάβη, 1977 Με το Δάνη Κατρανίδη στη "Τζούλια", 1980 Με το Γιάννη Βόγλη, "Μαντάμ Ορτάνς, 1984

Αριστερά: Εκάβη (1977). Κέντρο: με το Δάνη Κατρανίδη στη "Τζούλια" (1980). Δεξιά: με το Γιάννη Βόγλη ως μαντάμ Ορτάνς στο "Ζορμπά".

Πλούσια ήταν και η παρουσία της στο χώρο των ερτζιανών, όπου για πολλά χρόνια συμμετείχε στην εκπομπή θεάτρου και βιβλίου του Δ' Προγράμματος, ερμηνεύοντας πολλούς ρόλους σε θεατρικά έργα αλλά και διαβάζοντας μυθιστορήματα όπως το «Τρίτο στεφάνι» του Ταχτζή, το «Εκατό χρόνια μοναξιάς» του Γκ.Γκ. Μάρκες, «Βαρώνη Σταφ», «Παύλος και Βιργινία» και πολλά ακόμα έργα συγγραφέων όπως ο Άγγελος Τερζάκης, ο Θεοτοκάς κ.ά.
Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα παρουσίαζε τη ραδιοφωνική εκπομπή «Η γλώσσα που κεντά» (σε κείμενα Άλκη Στέα και Λάκη Μιχαηλίδη), και διάβασε πολλά λογοτεχνικά κείμενα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων.
Εξ ίσου πλούσια ήταν η παρουσία της στην τηλεόραση, σε θεατρικά έργα που παρουσιάζονταν στην εκπομπή της ΕΤ-1 «Το θέατρο της Δευτέρας», σε τηλεοπτικές σειρές όπως «Οι τελευταίοι εγγονοί» του Τάσου Αθανασιάδη αλλά και καλεσμένη σε εκπομπές.

Μετά από πολύχρονη λαμπρή σταδιοδρομία στο θεατρικό στερέωμα, τον ελληνικό κινηματογράφο, την τηλεόραση και το ραδιόφωνο, αφού προσέφερε μεγάλες ερμηνείες, ήθος και γνησιότητα στο ελληνικό κοινό, το οποίο και την καθιέρωσε, κορύφωσε την προσφορά της δημιουργώντας και στηρίζοντας το «Χώρο Πολιτισμού και Τεχνών Σμάρω Στεφανίδου - Λήδα Shantala», έναν ξεχωριστό χώρο πολιτισμού που επιθυμούσε να φέρει τη δική της σφραγίδα αξιών.
Μαζί με την κόρη της, το φθινόπωρο του 2003 αποπεράτωσαν το "Shantom", ένα πολιτιστικό κτίριο στο Χαλάνδρι, που στεγάζει μαθήματα, σεμινάρια (χορού, γιόγκα, πολεμικών τεχνών, θεάτρου, εναλλακτικών θεραπειών κ.ά), και παραστάσεις, αλλά και όλων των ειδών πολυ-πολιτισμικές εκδηλώσεις: ένας πόλος επιμόρφωσης, ψυχαγωγίας, συνάντησης και επικοινωνίας, μέσα σε ένα πλαίσιο που σέβεται τον άνθρωπο και στοχεύει στην ανάπτυξη του δυναμικού του.

. Σμάρω με τη Λήδα, τη Ροζίτα Σώκου, τη Ζωή Λάσκαρη Με την καλή της φίλη Δέσποινα Στυλιανοπούλου, το 2005 Σμάρω
Αριστερά: στη γιορτή της, το 2003, με τη Λήδα, τη Ροζίτα Σώκου και τη Ζωή Λάσκαρη. Στο κέντρο: με την καλή της φίλη Δέσποινα Στυλιανοπούλου

Ώς το τέλος της ζωής της, η Σμάρω Στεφανίδου διατήρησε τη ζωντάνια και το χιούμορ της. Έκανε κάθε χρόνο πολυπρόσωπες συγκεντρώσεις για να γιορτάσει τα γενέθλιά της με τους αγαπημένους της φίλους και είχε τακτική παρουσία σε όλες τις θεατρικές πρεμιέρες και πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Η Δέσποινα Στυλιανοπουλου εξομολογήθηκε αργότερα: «Εκείνη, που αγαπούσε τόσο πολύ τη ζωή, μου είπε για πρώτη φορά στην Ακράτα που κάναμε διακοπές: “Κουράστηκα, θέλω να φύγω”».
Επιστρέφοντας στην Αθήνα μετά από εκείνο το καλοκαίρι του 2010, η Στεφανίδου εμφάνισε το φθινόπωρο κάποια προβλήματα υγείας με κυριότερο το θέμα της καρδιάς της. Τους γιατρούς όμως δεν τους ήθελε με τίποτα. Μεταφέρθηκε τελικά εσπευσμένα στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο με καρδιακή ανεπάρκεια. Εκεί πέθανε, την Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010, στις 7 το απόγευμα. Ενταφιάστηκε στο Β' Νεκροταφείο Αθηνών.

Η Σμάρω με τη Λήδα, το 2005Ανακοίνωση, 7 Νοεμβρίου 2010

(αυτή που δημοσιεύθηκε/διαβάστηκε σε όλα τα μέσα ενημέρωσης)

Αγαπητοί μου φίλοι,
σήμερα στις 7 το απόγευμα η μεγάλη ηθοποιός και φιλόσοφος Σμάρω Στεφανίδου ολοκλήρωσε την υπέροχη ζωή της με ένα ηλιόλουστο φινάλε. Όπως το ηλιοβασίλεμα είναι η κατάληξη μιάς λαμπρής μέρας, έτσι και η Σμάρω έφυγε με τον ομορφότερο τρόπο, μέσα στην αγάπη και τη γαλήνη, προσφέροντας δώρα πολύτιμα στους γύρω της.
Νοιώθω πολύ ευλογημένη που την είχα ως μητέρα και μέντορα. Η σχέση μας από δω και πέρα, ελεύθερη από τους περιορισμούς της ιδιότητας κόρης - μάνας, θα συνεχιστεί αιώνια σε πνευματικό επίπεδο.
Η Σμάρω, πλήρης ημερών, με πλήρη νοητική διαύγεια και με αμείωτο το γνωστό της χιούμορ, πήγε στο Ιπποκράτειο περπατώντας, με αξιοπρέπεια και θάρρος.
Είμαι ευγνώμων στους γιατρούς, το νοσηλευτικό προσωπικό,τους τραπεζοκόμους και τους καθαριστές, που με αφοσίωση και σεβασμό μετέτρεψαν το θάλαμο 12 σε... σπίτι μας. Με τη φροντίδα και τη διακριτικότητά τους, μας έδωσαν την ευκαιρία να βιώσουμε, η Σμάρω και γω, την όλη διαδικασία σα μιά εμπειρία ζωής και αγάπης.
Φεύγοντας η Σμάρω με δίδαξε οτι το τέλος είναι μιά καινούργια αρχή.
Παραδίδω το χέρι της στους μεγάλους ηθοποιούς που προηγήθηκαν: ας της ευχηθούμε άλλες τόσες επιτυχίες στο "άλλο" επίπεδο συνειδητότητας.
Περήφανη για τη Σμάρω

Η κόρη της

Λήδα Shantala.

 

Οι τελευταίες στιγμές

Από τη Λήδα

Είχα εγκατασταθεί στο νοσοκομείο, γιατί είχα πει ότι θέλω να τη συνοδεύσω.
Τη γύρισα στο πλευρό και της έκανα μασάζ στην πλάτη. Η φίλη της, η Ελένη, της τραγουδούσε το «Σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία» και εκείνη την ώρα γύρισε και μού είπε: «πώς ξεκουράστηκε το πουλάκι μου!». Την κοίταξα και της είπα: «Ελένη, “έφυγε”. Μην τρομάξεις». Δεν ξέρω πού βρήκα αυτήν τη δύναμη!
Μείναμε οι δυο μας και της τραγουδήσαμε. Της τραγούδησα μέχρι και ινδικούς ύμνους! Γνωρίζω ότι πρέπει να βοηθάς την ψυχή όταν φεύγει. Της έλεγα «Σμαράκι μου, έχεις φύγει, μη φοβάσαι, προχώρα στο φως, όλα είσαι εσύ, θα έρθουν να σε συναντήσουν. Χαίρομαι για σένα, είμαι ευτυχισμένη, φύγε, θα έρθουν να σε πάρουν!»
Δεν το είπαμε στον γιατρό, ούτε στους φίλους που ήταν έξω. Ηθελα να είναι ήσυχη. Σκέφτηκα, ότι όπως στη γέννα είναι καλό να είναι ήσυχο το μωράκι, έτσι πρέπει να είναι ήσυχος και ο άνθρωπος όταν φεύγει.
Είχα πει και στους προγόνους και στον Θεό και στους αγγέλους, όποιοι να είναι, "σας παραδίδω το χέρι της μανούλας μου, εγώ θα σας το δώσω κι εσείς θα το πιάσετε."
Γι’ αυτό δεν κοιμόμουν, από φόβο μη φύγει και δεν είμαι ξύπνια! Προσπάθησα να ζήσω εκείνη τη στιγμή όσο πιο δυνατά μπορούσα.
Όταν έμεινα πια μόνη μαζί της, σηκώθηκα και της χόρεψα. Αισθανόμουν πως είναι η πιο ουσιαστική κίνηση που μπορούσα να της προσφέρω. Για να της πω ευχαριστώ, καλό ταξίδι, και πως την αγαπώ.

Μετά, για μεγάλο διάστημα δεν ήξερα πού βρισκόμουν. Ήμουν ευγνώμων και ήσυχη επειδή θεωρώ πολύ σημαντικό για τη συνέχεια να φύγει ο άνθρωπος ήρεμος. Προσπαθούσα να μείνω σε αυτό το επίπεδο, το πνευματικό, υπήρχε όμως και το ψυχολογικό που με έπαιρνε από κάτω.
Όλα έγιναν ευλογημένα γιατί η Σμάρω ήταν άνθρωπος της αγάπης. Δεν είχε κακό στην καρδιά της. Αυτό ήταν η Σμάρω. Είχε μία ζωή, όπου όλα οδηγούσαν κάπου. Να είναι πάντα Φώς.


"

ΒΙΝΤΕΟ

Ένα απόσπασμα από το "Ζηλιαρόγατο" με την Ίλυα Λιβυκού
Ντοκυμανταίρ αφιερωμένο στη ζωή της Σμάρως Στεφανίδου

 

 

Η Λήδα Shantala και ο Σπύρος Μπιμπίλας μιλούν για τη Σμάρω Στεφανίδου
Δεσποινίς ετών 39

 



 

next

 back Προηγούμενη σελίδα: Σμάρως Στεφανίδου: εισαγωγική σελίδα


Επόμενη σελίδα: Παραστασιολογία




Τελευταία ενημέρωση της σελίδας: 25 Ιουλίου 2024