Γεωγραφία
H
καρνατική μουσική (Carnatic Sangeet), είναι η κλασική μουσική της
Νότιας Ινδίας, που έχει τις ρίζες της πριν 3.000 χρόνια, και είναι
διαδεδομένη στα ινδικά κράτη Τάμιλ Νάντου, Κέραλα, Άντρα Πραντές
και Καρνάτακα, κράτη γνωστά για την παράδοσή τους της δραβιδικής
κουλτούρας, δηλαδή της κουλτούρας των αυτόχθονων πριν την εισβολή
των Αρύων φυλών του Βορρά.
Όταν,
κατά το Μεσαίωνα, οι Μόγγολοι εισέβαλαν στην Ινδία (κι αυτοί από
τα βόρεια) ξεκίνησαν μιά περίοδο εξισλάμισης που θα κρατούσε 800
χρόνια, επηρεάζοντας και αυτή τον πολιτισμό της Ινδίας.
Επειδή
και οι δύο αυτές εισβολές, των Ινδοευρωπαίων και των μουσουλμάνων,
ήρθαν από βορρά, και εξασθενούσαν πηγαίνοντας νότια, όσο πιό νότια
ήταν ένα κράτος, τόσο μικρότερη ήταν η επιρροή της αυλής του Δελχί,
κι αυτό ίσως εξηγεί ως ένα βαθμό τη σταδιακή απομάκρυνση της μουσικής
του Νότου από τη μουσική του Βορρά, που σήμερα αποκαλείται «Χιντουστάνι».
Αυτές οι διαφορές όμως δεν είναι θρησκευτικές αλλά καθαρά πολιτιστικές,
έχουν σχέση με τις δραυιδικές ή ινδοευρωπαϊκές ρίζες του κάθε λαού,
που συνεχίζονται κι αντικατοπτρίζονται στη μουσική του παράδοση:
απόδειξη γι’αυτό είναι πως η Κέραλα, ένα νότιο κράτος που έχει εξισλαμιστεί
σε σημαντικό βαθμό, δεν έχει επηρεαστεί καθόλου από τη μουσική του
βορρά, ενώ έχει επηρεαστεί η Ορίσσα, που είναι βορειότερα και αποτελείται
κατά μείζονα λόγο από ινδουιστές.
Ιστορία
Πατέρας
της καρνατικής μουσικής θεωρείται ο Purandardas (1480-1564). Εκείνος
φέρεται οτι κωδικοποίησε τη μέθοδο διδασκαλίας, και σε κείνον
αποδίδονται πολλές χιλιάδες τραγούδια! Ο μεγάλος θεωρητικός της
ήταν ο Venkat Mukhi Swami (17ος αιώνας), που δημιούργησε το σύστημα
ταξινόμησης των νοτιοϊνδικών ragams.
Αλλά η μουσική αυτή απέκτησε τη σημερινή μορφή της στο δεύτερο
ήμισυ του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, τότε που οι τρείς
περίφημοι συνθέτες Thyagaraja, Shamashastri, και Muthuswami Dikshitar
έγραψαν τα περίφημα έργα τους, ένα ρεπερτόριο που εμπλουτίστηκε
φυσικά από μιά πλειάδα άλλων μουσικών. Τα θρησκευτικής έμπνευσης
τραγούδια που έγραψαν, τα krti, είναι ένα λεπτεπίλεπτο κράμα κειμένου,
μελωδίας και ρυθμού και αποτελούν τα πιό δημοφιλή κομμάτια των
συναυλιών στη νότια Ινδία.
Το
θεωρητικό υπόβαθρο: μελωδία και ρυθμός
Η
καρνατική μουσική έχει ένα πολύ ανεπτυγμένο θεωρητικό σύστημα,
φτιαγμένο από ragam, δηλαδή μελωδικές μορφές και thalam, δηλαδή
ρυθμικές μορφές.
Ας
αρχίσουμε όμως με τις βασικές διαφορές ανάμεσα στη δυτική και
την ινδική μουσική
Βασικές
διαφορές ανάμεσα στη δυτική και την ινδική μουσική
Ενώ
στη δυτική μουσική, κάθε οκτάβα είναι χωρισμένη σε ουσιαστικά
δώδεκα ήχους (αν βάλουμε και τα μαύρα πλήκτρα του πιάνου), στην
Ινδία οι ήχοι είναι 22. ΄Αλλοι λένε πενήντα....Κι αυτή δεν είναι
η μόνη διαφορά.
Ενώ
στη Δύση η μελωδία πάει από τη μιά νότα στην άλλη χωρίς ενδιάμεσους
σταθμούς, η ινδική μουσική (κι όχι μόνον η Καρνατική) «ρέει»,
γλυστράει μέσα από τις συχνότητες. Οι ενδιάμεσες συχνότητες,
τα «μικροδιαστήματα», λέγονται gamakam, και συνήθως συνωστίζονται
όλα γύρω από την κύρια συχνότητα μιάς νότας. Για να παίξει δηλαδή
κανείς ινδική μουσική σε ένα πιάνο, θα έπρεπε να κατασκευάσει
ένα ειδικό πιάνο, μακρύ μακρύ, με ένα πλήκτρο για καθέναν απ’αυτούς
τους μικροτόνους.... Πιό εύκολο είναι να το κάνει κανείς αυτό
σε ένα έγχορδο –ΑΝ βέβαια έχει πολύ καλό αυτί! Γι’αυτό το βιολί
υιοθετήθηκε από τη μουσική της Νότιας Ινδίας. Γι’αυτό και, τελικά,
η μουσική αυτή είναι κατ’εξοχήν φωνητική....
Η
ινδική μουσική είναι μελωδική, και ελάχιστα έως καθόλου αρμονική.
Δεν υπάρχουν συγχορδίες, δηλαδή δυό διαφορετικές νότες που παίζονται
συγχρόνως, ούτε και πολυφωνία, δηλαδή δυό διαφορετικές μελωδίες
που διασταυρώνονται και συνυπάρχουν. Η ενορχήστρωση δεν παίζει
σχεδόν κανένα ρόλο. Ακόμη κι όταν δυό όργανα ή ένα όργανο και
η φωνή παίζουν μαζί, συνήθως παίζουν, το ένα μετά το άλλο, την
ίδια μελωδία, με ελάχιστες παραλλαγές...
Άλλη
σημαντική διαφορά: η συχνότητα των διαφόρων φθογγοσήμων (νοτών)
δεν είναι δεδομένη. Ας πούμε η κεντρική οκτάβα ενός πιάνου (αυτή
που αρχίζει από το ντο που βρίσκεται κοντά στην κλειδαριά) έχει
σταθερή συχνότητα από 240 έως 480 Herz. Οι Ινδοί δε βρίσκουν
το λόγο γιατί να είναι έτσι. Μπορούν να αρχίζουν τις οκτάβες
τους απ’όπου θέλουν και να τις τελειώνουν όπου μα όπου θέλουν.
Ragam
Το Ragam (rag, raga) είναι βασικά μιά μουσική κλίμακα από επτά
νότες (swarams): Shadjam (Sa), Rishabam (Ri), Gandharam (Ga),
Madhyamam (Ma), Panchamam (Pa), Dhaivatham (Da) and Nishadam (Ni).
Ναι, είπαμε οτι οι ήχοι μας είναι 22 σε μιάν οκτάβα. ΄Ομως οι
νότες έχουν πολλαπλές συχνότητες, εκτός από τη Sa και την Pa,
που είναι σταθερές. Υπάρχουν τρείς Ρι, τρείς Γκά, δύο Μα, τρείς
Ντα και τρείς Νι. Αυτές οι πολλαπλές συχνότητες μας δίνουν ένα
σύνολο από 16 νότες.
Υπάρχουν τρείς βασικές οκτάβες. Η βασική είναι η 'Madhya stayi'
η από πάνω της λέγεται 'tara stayi' (οι νότες της σημειώνονται
με μιά τελίτσα από πάνω τους) και η από κάτω από την βασική είναι
η 'Mandra stayi' (επειδή στους περασμένους αιώνες σ’αυτήν ψάλλονταν
τα μάντρας: οι νότες της σημειώνονται με μιά τελίτσα από κάτω
τους). Πολλοί καλοί τραγουδιστές έχουν ολόκληρες τις τρείς οκτάβες,
αλλά οι περισσότερες συνθέσεις χρησιμοποιούν μόνον την κεντρική,
το κάτω μισό της ψηλής και το πάνω μισό της χαμηλής. Όμως όπως
είπαμε, ο κάθε τραγουδιστής αρχίζει την οκτάβα του απ’όπου θέλει,
ανάλογα απ’το είδος της φωνής του, βαριά ή ψιλή, άντρας ή γυναίκα
κλπ...
Είπαμε οτι υπάρχουν κάποιες δεδομένες νότες. Ώς εδώ καλά. Όμως
–όπως και στη δυτική μουσική - δεν μπορεί κανείς να τις χρησιμοποιήσει
όπως θέλει. Υπάρχουν κανόνες, δεδομένες αλληλουχίες και «γκρουπαρίσματα».
που λέγονται ragams (ragas στη μουσική της Βόρειας Ινδίας). Κάθε
ράγκα έχει έναν ορισμένο τρόπο με τον οποίο κινείται από νότα
σε νότα. Μπορούμε να πούμε οτι το ράγκαμ είναι η ενσάρκωση μιάς
συγκεκριμένης μουσικής ταυτότητας. Δηλαδή κάθε ράγκαμ επιλέγει
κάποιες μόνον από τις νότες της οκτάβας, και φτιάχνει τις μελωδίες
του μόνον από κείνες. Η ιδέα αυτή είναι γνωστή. Αυτό ακριβώς κάνουμε
και στη Δύση, και οι διαλεγμένες αυτές νότες σχηματίζουν τις λεγόμενες
«κλίμακες» (ή «σκάλες»). Εμείς έχουμε μόνον δύο τρόπους με τους
οποίους χτίζουμε κλίμακες. Οι μείζονες κλίμακες περπατάνε με τα
εξής διαστήματα: τόνος,τόνος, ημιτόνιο, τόνος, τόνος, ημιτόνιο.
Υπάρχουν και οι ελάσσονες κλίμακες, που «περπατάνε» με διαφορετικό
τρόπο, και μάλιστα με μιά παραλλαγή στην επιστροφή από πάνω προς
τα κάτω (στην κατιούσα κλίμακα).
Όμως:
α.
Στην Ινδία οι κανόνες για τη δημιουργία κλιμάκων είναι αρκετά
πιό περίπλοκοι, και δεύτερον πολύ συχνά διαλέγουν εντελώς άλλες
νότες για το ανέβασμα προς τα πάνω, δηλαδή τις ανιούσες κλίμακες
κι άλλες για τις κατιούσες!
β. Επιπλέον, οι κανόνες αυτοί μιλούν για
το ποιές νότες κάθε κλίμακας διαλέγεις, αλλά δεν λένε πουθενά
πως οι νότες δεν πρέπει να απέχουν περισσότερο από έναν τόνο
η μιά από την άλλη, κι έτσι σε κάποιες κλίμακες μπορούν να υπάρχουν
πηδήματα και δύο τόνων.
Υπάρχουν
72 κύριες κλίμακες (melakartha ragams) με επτά νότες. Από κεί
και πέρα, υπάρχουν και «παιδάκια» τους, με λιγότερες νότες. Οι
μόνοι (χαλαροί) κανόνες είναι πως
1.
ένα ράγκαμ θά’πρεπε νά’χει τουλάχιστον πέντε και το πολύ επτά
νότες.
2. το ράγκαμ δημιουργείται παίρνοντας
μιά κλίμακα Melakarta και αφαιρώντας καμία ή μία ή το πολύ δύο
νότες.
Έτσι υπάρχουν ράγκαμς επτατονικά, εξατονικά ή πεντατονικά. Μπορεί
ένα ράγκαμ να είναι επτατονικό στην ανιούσα κλίμακα και εξατονικό
στην κατιούσα, ή οποιοδήποτε άλλο συνδυασμό. Μην ξεχνάμε όμως
και τα μικροδιαστήματα. Υπάρχουν και ράγκαμς που είναι απολύτως
ίδια μεταξύ τους όσον αφορά τις νότες, και στην ανιιούσα και στην
κατιούσα, όμως οι νότες αυτές να έχουν ως «προίκα» διαφορετικά
μικροδιαστήματα.
Θεωρητικά, από τις επτά νότες μπορεί κανείς να δημιουργήσει 1,2
εκατομμύρια ράγκας, και ιστορικά έχουν καταγραφεί έξι χιλιάδες
περίπου, όμως τα περισσότερα απ’αυτά δεν ήταν ευχάριστα ή ενδιαφέροντα
στο αυτί, κι έτσι στην πράξη χρησιμοποιούνται «μόνον» καμιά διακοσαριά,
με πενήντα περίπου να είναι τα πιό δημοφιλή.
Εκτός
βέβαια απ’όλα αυτά τα τεχνικά, πολλοί αναγνωρίζουν το ράγκαμ από
τη «διάθεση» ή «συναίσθημα», κι άλλοι πάλι από τις «χαρακτηριστικές
φράσεις» του και τα χαρακτηριστικά «μικροδιαστήματά» του.
Φθάνοντας στο σημείο να υποστηρίζουν πως το παίξιμο ενός συγκεκριμένου
ράγκαμ είναι σε θέση να δημιουργήσει ένα συγκεκριμένο συναίσθημα:
θα γαληνέψει τα ξαναμμένα πνεύματα, ή θα φέρει βροχή. Υπάρχουν
ράγκαμς κατάλληλα για μιά συγκεκριμένη ώρα της μέρας.
Επίσης υπάρχει –για τη διευκόλυνση των πρακτικών μουσικών- και
ο παραδοσιακός διαχωρισμός σε αρσενικά και θηλυκά. Σύμφωνα μ’αυτό
το διαχωρισμό, υπάρχουν έξι αρσενικά ράγκαμς, που το καθένα συνοδεύεται
(κατά την πολυγαμική συνήθεια της παλιάς Ινδίας!) από πέντε θηλυκές
ραγκίνι, και οκτώ πούτρας, δηλαδή γυιούς, που με τη σειρά τους
έχει ο καθένας από μιά bharya, δηλαδή σύζυγο. Για να μην κουράζεστε,
αυτή η ταξινόμηση μας δίνει 126 άτομα, 21 για κάθε «οικογένεια».
Talam
Η καρνατική μουσική θεωρείται πως έχει το πιό προχωρημένο ρυθμικό
σύστημα του κόσμου. Η βάση αυτού του συστήματος είναι οι ρυθμικοί
κύκλοι, τα talams. τα δικά μας μέτρα (π.χ. κύκλοι 8 χρόνων, 7
χρόνων, 6 χρόνων, 3 χρόνων δηλαδή οκταμερή, επταμερή, εξαμερή
και τριμερή μέτρα όπως θα λέγαμε εμείς) Κάθε κύκλος αποτελείται
από συγκεκριμένα είδη χρόνων, τα aksharams, που δηλώνονται από
τα δάχτυλα ή από κινήσεις των χεριών. Τα πιό συνηθισμένα στη δυτική
μουσική, δηλαδή το τετραμερές, δεν υπάρχει. Το διμερές δεν θεωρείται
καν μέτρο. Πολλά είναι μακροσκελή σύνθετα μέτρα, με έως και είκοσι
χρόνους το καθένα. Τα πιό δημοφιλή όμως είναι το τριμερές (Roopaka
talam) και το οκταμερές (Adi Talam).
Στις χορευτικές παραστάσεις, ο χορευτής ή η χορεύτρια κανονίζει
το ρυθμό, και ο μουσικός που παίζει κρουστά ακολουθεί, συναντώντας
το χορευτή στο κορυφαίο σημείο κάθε μέτρου, ενώ στο μεταξύ αυτοσχεδιάζει
διάφορα thekas με τις παλάμες, τα δάχτυλά του, καμιά φορά ακόμη
και με τους αγκώνες του. Σήμερα χρησιμοποιούνται ευρέως λίγο περισσότερα
από είκοσι τάλας.
Τα τάλλας έχουν κι αυτά μεγάλες δυνατότητες παραλλαγών και ποικιλιών.
Οι μουσικοί των κρουστών της καρνατικής μουσικής πετυχαίνουν
εξαιρετικά πολύπλοκους ρυθμούς που δε βρίσκονται σε άλλα μουσικά
συστήματα, και φυσικά τους δίνονται πολλές δυνατότητες για δημιουργικό
αυτοσχεδιασμό!
Η ενότητα για την Ινδική μουσική έχει και συνέχεια (πατήστε το κόκκινο βελάκι κάτω δεξιά)
|